text in EN, GR

Diploma thesis by Evangelia Paschalidou, entitled “The Pit with the Three Fountains”, attempts to redefine the neglected stream zone near the factory of “Ifanet” in the area of Kato Toumpa, Thessaloniki as a landscape which enables wandering and discovering through different architectural artifacts.

-text by the author

We are located in the area of Thessaloniki’s Kato Toumpa, in the neglected stream near the factory of “Ifanet”, which is perceived as an urban burden. The stream is an overlooked green oasis, a “pit” in the city’s center, maintaining 300m of its natural terrain and a flowing stream. This proposal attempts to redefine the stream zone as a landscape through the individual’s vision.

Architecture as a medium enhances the accessibility of the zone of the stream with gentle handling thus enabling the visitor to wander and discover new aspects of the landscape through different architectural artifacts, capturing new aspects of the untended landscape.

During the Ottoman period the stream was named as “Uc Cesmeler Deresi” which means the pit with the three fountains. The stream still maintains 300m of its original natural pit with running water. The banks of the streams begin to be characterized as “nature” during the first quarter of the 19th century. Nature begins to be regarded as a “landscape” when it ceases to be an obstacle for the individual that is now turning to it without a practical purpose. Nowadays this stream is treated as a hindrance to everyday life, with its difficult access to it due to the dense and indigenous vegetation, as well as its isolation, making it a suitable land of degradation, turning it into an urban limit. This diploma thesis is an attempt to redefine this stream zone as a “landscape” through different architectural manipulations.

The definition of “landscape” is difficult to be accurately described. According to Simmel, the wanderer’s attention of individual elements or simultaneously as an ensemble, is not enough to have the consciousness of the “landscape”. Seeing as a landscape a piece of land, along with everything in it, means to observe it this time on its own unique sight, an excerpt of nature as a unity, hence a landscape is not only considered the set of natural and artificial elements surrounding it, but also the way in which each observer gazes and understands it. Bearing in mind all the above, during strolls through the stream, various artifacts were found and captured, which have now lost their original purpose, becoming a part of the “landscape”.

The sense of the “focused” which is part of a whole, was a basic principle of the proposal. New constructions are designed readopting the characteristics of objects found in the “landscape”, through which the walker will discover new aspects of the “landscape” through his unique point of view.  The paths in the stream zone are depend on the walker and his choices as they are not strictly constructed.

Considering the name of the stream during the Ottoman period, the undefined route is “united” with the design of three fountains in places where the less natural nature of the stream is maintained. The fountains function as a narrative tool, forming the landmarks of the subunits belonging in the whole unit of the stream. 

    

Facts & Credits
Project title  The Pit with the Three Fountains
Student  Evangelia Paschalidou
Date  July 2019
Course  Diploma thesis
Supervisors  Dimitris Gourdoukis, Stavros Vergopoulos
Institution  School of Architecture, Aristotle University of Thessaloniki



Η διπλωματική εργασία της Ευαγγελία Πασχαλίδου, με τίτλο “Ο λάκκος με τις τρεις κρήνες”, αποσκοπεί να μετατρέψει τμήμα ρεύματος στη Κάτω Τούμπα Θεσσαλονίκης από αστικό εμπόδιο σε “ονειρικό τοπίο” αναψυχής και περιπλάνησης, μέσω μιας σειράς αρχιτεκτονικών εγκαταστάσεων.

-κείμενο από την δημιουργό

Η υφιστάμενη συνθήκη ενός τμήματος ρέματος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης αποτέλεσε την αφετηρία της παρούσας διπλωματικής εργασίας, η οποία είχε ως στόχο τη μετατροπή του ρέματος από αστικό εμπόδιο σε χώρο αναψυχής και περιπλάνησης, την ανάδειξη αυτής της όασης πρασίνου που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης. Ο σχεδιασμός ξεκινά από την αστική κλίμακα, με το σχεδιασμό μεταβατικών περιοχών από το επίπεδο της πόλης στο ρέμα καθώς και τον σχεδιασμό κατασκευών μικρότερης κλίμακας στις όχθες του ρέματος. Οι αρχιτεκτονικοί χειρισμοί της πρότασης είχαν ως κύριο μέλημα το σεβασμό του φυσικού υποδοχέα, με στόχο την συνύπαρξη και την αλληλεπίδραση τόσο της αρχιτεκτονικής όσο και του ανθρώπου με τη φύση.

Ο επισκέπτης μέσω της αρχιτεκτονικής καλείται να επαναπροσδιορίσει το ρέμα ή “τον λάκκο” ως ένα “τοπίο”. Αφηγηματικό εργαλείο της ιδέας αποτελούν οι κρήνες, οι οποίες αποτελούν το μέσο της εννοιολογικής σύνδεσης της περιπλάνησης, προσδίδοντας παράλληλα χαρακτήρα στην περιοχή του ρέματος, τον “Λάκκο με τις τρεις κρήνες”.

Αναλυτικότερα, η περιοχή επέμβασης βρίσκεται στο Ανατολικό τμήμα της πόλης της Θεσσαλονίκης, στην περιοχή της Κάτω Τούμπας, και οριοθετείται από το ύψος της οδού Διογένους έως και την οδό Παπαναστασίου. Το ρέμα παραμένει ανοιχτό σε έκταση 300 μέτρων, μεταξύ της οδού Παπάφη και της οδού Θεαγένους Χαρίση. Το ορατό τμήμα του ρέματος γειτνιάζει με το διατηρητέο κτίριο του Εργοστασίου της Υφανέτ, γι’ αυτό είναι γνωστό ως “ρέμα Υφανέτ” ή ρέμα Κωνσταντινίδη. Κατά την Οθωμανική περίοδο η ονομασία του ήταν “üç çeşmesi deresi” το οποίο μεταφράζεται ως “ο λάκκος των τριών βρύσεων”. Σήμερα αν και το ρέμα αντιμετωπίζεται ως ένα εμπόδιο της καθημερινότητας, ως πρόσφορο έδαφος παραβατικότητας και εστία μόλυνσης, δεν παύει να αποτελεί ένα “τοπίο”. Οι όχθες των ρεμάτων αρχίζουν να αντιμετωπίζονται ως “φύση” κατά το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα. Η φύση αρχίζει να θεωρείται ως “τοπίο” όταν παύει να αποτελεί ένα εμπόδιο κι ο άνθρωπος στρέφεται προς αυτή χωρίς πρακτικό σκοπό. Σύμφωνα με τον Simmel […] αποκαλούμε “φύση” όσα είναι ορατά σε ένα κομμάτι γης – ενδεχομένως και έργα ανθρώπινα, που όμως εναρμονίζονται με αυτή (Ritter κ.ά. 2004, 12). H προσοχή μεμονωμένων στοιχείων ή ταυτόχρονα όλων δεν αρκεί για να έχουμε τη συνείδηση ότι αντικρίζουμε ένα τοπίο. Το να βλέπει κανείς ως τοπίο ένα κομμάτι εδάφους, μαζί με ό,τι υπάρχει σε αυτό, σημαίνει να παρατηρεί αυτή τη φορά από τη δική του πλευρά, ένα απόσπασμα της φύσης ως ενότητα. Συνεπώς ως τοπίο δε θεωρείται μόνο το σύνολο των φυσικών και τεχνητών στοιχείων που το περιβάλλουν αλλά και ο τρόπος με τον οποίο το αντιλαμβάνεται και το βιώνει ο κάθε παρατηρητής.

Λαμβάνοντας υπόψιν τις θεωρίες για το τι είναι “τοπίο”, κατά την περιπλάνηση στο ρέμα έγινε προσπάθεια καταγραφής των στοιχείων που προσδίδουν τον χαρακτήρα του. Από την πυκνή βλάστηση ξεπροβάλλουν τεχνητά στοιχεία, ερείπια και θραύσματα προηγούμενων εποχών, τα οποία πλέον αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του “τοπίου”. Οι πεσμένοι φεγγίτες του εργοστασίου καλυμμένοι από κισσούς, ερείπια από καθίσματα και κατασκευές από τούβλα και βαριά υλικά γίνονται ένα με το τοπίο. Επιπλέον εντοπίστηκαν στοιχεία όπως ένα σιντριβάνι στον “κήπο του διευθυντή” καθώς και κρήνες σε διάφορα σημεία της διαδρομής, μια εκ των οποίων λειτουργεί και χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα. Τα τεχνητά αυτά στοιχεία καθώς και η ιστορική αναφορά της ονομασίας του ρέματος, ο ρόλος του κατά την περίοδο αυτή καθώς και ο εντοπισμός μεταγενέστερων κρήνεων, ερειπίων και μη, αποτέλεσε την κεντρική ιδέα του σχεδιασμού για τη δημιουργία ενός “ονειρικού τόπου”.

Η αίσθηση του σημειακού που παράλληλα αποτελεί τμήμα μιας ολότητας, αποτέλεσε βασική αρχή της πρότασης. Ο Thoreau στο έργο του Walden αναφέρει ότι κατά κάποιο τρόπο υπάρχει πάντα κάποιο ξέφωτο γνωστό μας, και που εμείς το μερώσαμε και το κερδίσαμε από τη Φύση (Thoreau 1999, 125). Στους διάφορους περιπάτους κατά την αναγνώριση, άρχισε να γίνεται ένας καθορισμός υποενοτήτων του ρέματος σύμφωνα με τα διαφορετικά χαρακτηριστικά τους. Σε κάθε μια από αυτές τις ενότητες δημιουργούνται τα ξέφωτα, ως οι μεταβάσεις από την πόλη στη φύση. Κάθε ένα ξέφωτο έχει διαφορετικό χαρακτήρα και χωρίς διακριτά όρια, λειτουργεί αυτόνομα και παράλληλα αποτελεί τμήμα ενός συνόλου, μιας ενότητας. Τα ξέφωτα λειτουργούν ως είσοδοι και έξοδοι, με τον περιπατητή να δέχεται μηνύματα και ενδείξεις για την προσπέλαση του στο ρέμα. Η έλλειψη αυστηρών ορίων και συγκεκριμένων διαδρομών, επιτρέπει στον περιπατητή να εξερευνήσει το τοπίο και να ορίσει ο ίδιος τα όρια. Στο ρέμα ο περιπατητής συναντά τις νέες αρχιτεκτονικές κατασκευές οι οποίες αναδύονται μέσα από την πυκνή βλάστηση.

Οι κατασκευές αυτές αντλούν μορφολογικά χαρακτηριστικά των αντικειμένων που εντοπίστηκαν στην περιοχή, αποτελώντας ένα είδος μεθερμηνείας. Οι βασικές κατηγορίες αυτών των κατασκευών είναι η μετάβαση, η παρατήρηση και η στάση, κατασκευές οι οποίες έχουν όσο το δυνατόν μικρότερο αποτύπωμα της ανθρώπινης παρέμβασης στο φυσικό τοπίο.

Καταλήγοντας, η πρόταση συνδέεται άρρηκτα με το υπάρχον τοπίο, αντλώντας αναφορές και χαρακτηριστικά για τη δημιουργία αρχιτεκτονικών σκηνικών για μια λυρική και πειραματική μεταχείριση του ίδιου τόπου με απώτερο στόχο την ανάδειξη του. Γίνεται προσπάθεια συνύπαρξης μεταξύ φύσης και αρχιτεκτονικής, με την τάση της φύσης να υπερκαλύψει το τεχνητό. Όπως σημειώνει ο Maeterlinck: “Αν βρίσκονται φυτά και άνθη αδέξια είτε άτυχα, αυτό δεν πάει να πει πώς δεν έχουν καθόλου φρόνηση και μυαλωσύνη. Όλα φιλοτιμούνται να ολοκληρώσουν το έργο τους˙ όλα έχουν τη λαμπρή φιλοδοξία να κατακαλύψουν και να κατακυριεύσουν τη γη, πολλαπλασιάζοντας στο άπειρο πάνω στην επιφάνεια της, τη μορφή ζωής που αντιπροσωπεύουν” (Maeterlinck 1977, 7). Οι αρχιτεκτονικές κατασκευές εν δυνάμει θα καλυφθούν από την τοπική βλάστηση και θα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο ενός δυναμικού τοπίου. Η προσέγγιση εμφανίζει έντονα το φαντασιακό στοιχείο, παρουσιάζοντας μια ιδανική κατάσταση της πραγματικότητας. Τα όρια μεταξύ πραγματικού και φαντασιακού χάνονται και ο περιπατητής κατά την περιπλάνηση του επαναπροσδιορίζει το περιβάλλον γύρω του, με τις αρχιτεκτονικές κατασκευές να αφυπνίζουν τις αισθήσεις του, προσφέροντας ψυχική ανάπαυση κατά τη συνεχή διαδικασία αποτύπωσης ενός “τοπίου” μέσω του βλέμματός του που το καθιστά μοναδικό.

Στοιχεία έργου
Τίτλος εργασίας  Ο λάκκος με τις τρεις κρήνες
Φοιτήτρια  Ευαγγελία Πασχαλίδου
Έτος  Ιούλιος 2019
Μάθημα  Διπλωματική Εργασία
Επιβλέποντες  Δημήτρης Γουρδούκης, Σταύρος Βεργόπουλος
Σχολή  Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης


RELATED ARTICLES