Λίγο πριν τη βράβευσή του στα φετινά Lifetime Achievement Awards, ανατρέχουμε στη ζωή του Δημήτρη Φιλιππίδη.
O Δημήτρης Φιλιππίδης, μαζί με τον Κυριάκο Κυριακίδη, τον Δημήτρη Αντωνακάκη και τη Ρένα Παπασπύρου βραβεύονται στα Archisearch Lifetime Achievement Awards 2023 από την Design Ambassador και το Archisearch, στο πλαίσιο της φετινής ΕΣΩ με γενικό τίτλο MULTIVERSE. Τα βραβεία που θα αποδοθούν για 5η χρόνια, αναδεικνύουν το έργο και την προσωπικότητα σπουδαίων ανθρώπων από το χώρο του σχεδιασμού και της αρχιτεκτονικής, όπως, σε προηγούμενες διοργανώσεις, ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας, ο Γιάννης Βικέλας, ο Θεοδώσης Τάσιος, ο Γιάννης Τσεκλένης, η Σέβα Καρακώστα, η Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη και η Νέλλα Γκόλαντα.
Η προπώληση εισιτηρίων ξεκίνησε. Κλείστε τώρα τα εισιτήριά σας, εδώ!
-συνέντευξη στη Δανάη Μακρή, μέρος 2ο
Συναντώ τον Δημήτρη Φιλιππίδη στο διαμέρισμα που ζει με τη σύζυγό του, Ειρήνη Φιλιππίδη, στο Νέο Ψυχικό. Ανθρώπινος, διαχρονικά σύγχρονος και νεανικός, ο χώρος παραπέμπει στην προσωπικότητα των κατοίκων του. Για τη συζήτησή μας –με αφορμή τη φετινή βράβευσή του στα Archisearch Lifetime Achievement Awards- καθόμαστε απέναντι από τη βιβλιοθήκη, τον τόπο που φιλοξενεί αμέτρητους κόσμους μέσα στο σπίτι. Δίπλα της, βρίσκεται το γραφείο του αρχιτέκτονα. «Κανονικά» ως επαγγελματικός χώρος, στεγάζεται στο ημιυπόγειο του ίδιου κτιρίου, αλλά σιγά-σιγά «μετακόμισε» μέσα στο σπίτι. «Για να μπορώ να βρίσκομαι περισσότερο κοντά στη γυναίκα μου», όπως εξήγησε ο ίδιος.
Η σχέση σας με τον Δημήτρη Πικιώνη;
Για να καταλάβετε, δεν τον είχα καθηγητή γιατί έφευγε ακριβώς τη χρονιά που έμπαινα στο Πολυτεχνείο. Όμως μετά είχα την ευκαιρία να τον δω αρκετές φορές. Γνώρισα την κόρη του, που ήταν λίγο πιο μικρή στο Πολυτεχνείο, κάναμε παρέα και ποτέ δεν θέλησα να τον συναντήσω ή να μιλήσω μαζί του. Γιατί; Γιατί υπήρχε αυτή η φοβερή προκατάληψη εναντίον του. Στο Πολυτεχνείο ο Πικιώνης ήταν το μαύρο πρόβατο.
Εξώφυλλο βιβλίου Μεσογειακά Σπίτια, Ελλάδα που ανατέθηκε στον Δημήτρη Φιλιππίδη από ισπανικό εκδ. οίκο, 1994
Δεν μιλούσαν για αυτόν. Μας τάιζαν με το κουταλάκι μοντέρνα Αρχιτεκτονική και τίποτα παραπάνω. Τίποτα άλλο. Αν φανταστείς ότι ούτε ο Κωνσταντινίδης ακουγόταν εκείνη την εποχή, καταλαβαίνεις τι γινόταν με τον Πικιώνη, που ήταν μία ακόμα πιο ακραία περίπτωση. Ο Πικιώνης ήταν καθηγητής μέσα στο Πολυτεχνείο και τα χρόνια που ήταν καθηγητής είχε επηρεάσει πάρα πολύ κόσμο, γιατί πρώτα από όλα αυτό που έμεινε μετά τον Πικιώνη ήταν μία καρικατούρα. Είναι αυτό που λένε Πικιωνιές. Δηλαδή άντε τα πλακόστρωτα, ξέρεις. Δεν είναι αυτό. Είναι κρίμα που από όλα τα πράγματα που έκανε ο Πικιώνης, μας έμεινε μόνο αυτό. Ό,τι χειρότερο.
Εξώφυλλο μετάφρασης στα ελληνικά από τον Δημήτρη Φιλιππίδη του βιβλίου του A. Rapoport, Ανώνυμη αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, 1976
Και εκεί που είχα πάρει μία απόφαση με τον Πικιώνη, αυτός είναι ο δαίμονας, ο διάβολος, ο πειρασμός, τον οποίον δεν ακουμπάς, σε μία στιγμή αντιστράφηκε αυτό το πράγμα και βρέθηκα να μελετάω αυτά που έγραφε και αυτά που σχεδίαζε με ένα άλλο μάτι. Και από εκεί βγήκαν ορισμένα πράγματα. Και χωριστό βιβλίο μετά και κάποιες διαλέξεις. Δηλαδή τον μελέτησα τον άνθρωπο. Απλά δεν τον πρόλαβα.
Από αυτή τη μελέτη τι νιώθετε ότι κερδίσατε ως ερευνητής και ως άνθρωπος;
Επικοινώνησα κι έμαθα αυτό, το ότι ο κόσμος είναι ένα πράγμα. Ένα πράγμα λιγάκι μυστικοπαθές, λιγάκι ανατολίτικο. Όλα τα πράγματα συνδέονται μεταξύ τους.
Η Αρχιτεκτονική και αυτή είναι ένα κομμάτι φιλοσοφίας. Πρέπει δηλαδή να φιλοσοφείς για τα πράγματα. Ότι υπάρχει η αίσθηση της αρετής. Ότι υπάρχει μία ιερότητα στον τόπο που άλλοι έχουν αφήσει τα σημάδια τους επάνω.
Ότι η Ελλάδα στην ιστορική της διάρκεια, έχει συγκεντρώσει αξίες, οι οποίες δεν εξαντλήθηκαν ποτέ.
Ο Δημήτρης Φιλιππίδης φωτογραφισμένος στο σπίτι του, 1977
Αλλά και το ακόμα περισσότερο, ότι ακριβώς επειδή αυτές είναι οι αιώνιες αξίες, τελικά είναι οι ίδιες που υπάρχουν στην Ινδία, οι ίδιες που υπάρχουν στην Άπω Ανατολή.
Άρα το διεθνές, το τοπικό και η σοφία του παρελθόντος συνυπάρχουν.
Και επιπλέον η επίγνωση ότι ο Πικιώνης ποτέ μα ποτέ δεν έσπρωξε τους μαθητές του να πάνε προς το δρόμο που πήγαινε εκείνος. Ο Πικιώνης δεχόταν τον μοντέρνο και σύγχρονο τρόπο δουλειάς, τον αποδεχόταν και δούλεψε ο ίδιος με αυτόν. Παρόλο που κάποια στιγμή είπε ότι εκείνου δεν του ταιριάζει και ότι θέλει κάτι άλλο.
Σεμινάριο του Δημήτρη Φατούρου στην Ύδρα, 1996
Αλλά δεν έγινε ποτέ φανατικός, προκατειλημμένος, δεν έγινε Κωνσταντινίδης. Και το λέω με λύπη μου αυτό, γιατί ο Κωνσταντινίδης είχε μία μεγάλη, φοβερή αξία. Αλλά για μένα ήταν αδύνατον να τον πλησιάσω, ήταν τόσο ακραίος. Τόσο απάνθρωπα ακραίος σε αυτά που έλεγε και πίστευε. Θεωρούσε ότι κανένας δεν κάνει τίποτα, μα μόνο αυτός. Μου φαινόταν άδικο αυτό.
Από πού πιστεύετε ότι πηγάζει μία τέτοια λογική; Είναι μία λογική λιγάκι εγωκεντρική, επικεντρωμένη γύρω από την προσωπικότητα και την παραγωγή του. Το συναντάμε στην Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα αυτό γενικά. Αυτό το λέω χωρίς να είμαι αρχιτέκτονας εγώ η ίδια.
Είναι ένα αμυντικό σύστημα αυτό. Ο Δεκαβάλλας που πέθανε προχθές, με μία παρέα μαζί με την οποία ήταν και ο Κωνσταντινίδης, είχαν πάει εκδρομή στη Γαλλία στην κοιλάδα Λουάρ, όπου υπάρχουν τα μεγάλα chateau και τα λοιπά. Φτάνουν στο πρώτο chateau και είναι να βγουν από το αυτοκίνητο για να πάνε να το επισκεφτούν.
Εξώφυλλο τεύχους σπουδαστικών σημειώσεων του Δημήτρη Φιλιππίδη για μάθημα Πολεοδομίας που δίδασκε, 1994
Ο Κωνσταντινίδης έμεινε μέσα στο αυτοκίνητο και αρνήθηκε να βγει έξω. Τον παρακάλεσαν να πάει κι αυτός να το δει, κι εκείνος ομολόγησε εκεί, και αυτό είναι υπέρ του. «Δεν θέλω να βγω γιατί θα με μαγέψει και δεν θέλω να μαγευτώ». Αυτός ήταν ο Κωνσταντινίδης. Είναι σύνθετο το πράγμα, δεν είναι τόσο απλό.
Είναι μία στράτευση. Υπηρετεί έναν σκοπό απαρέγκλιτα.
Ο Κωνσταντινίδης μπορούσε να ζήσει μόνο αν απομονωνόταν από οτιδήποτε άλλο γύρω του. Μόνο τότε μπορούσε να αναπνεύσει. Δεν μπορούσε να δεχθεί κάτι που είναι διαφορετικό. Του κόστισε αυτό φοβερά. Ο άνθρωπος υπέφερε και έζησε μία ζωή μαρτυρική στο τέλος. Ήταν απομονωμένος. Δεν μπορούσε πια να δημοσιεύσει τίποτα. Για χαζά πράγματα.
Μιλάμε ωστόσο για μεγάλες προσωπικότητες που έρχονται όλες από το παρελθόν. Πιστεύετε ότι η εποχή μας σήμερα βγάζει προσωπικότητες που θα καθορίσουν τη σκέψη;
Μα βέβαια. Εννοείται.
Τι παρακολουθείτε με περισσότερο ενδιαφέρον;
Πρώτα απ’ όλα παρακολουθώ παλιούς μου σπουδαστές, που βλέπω να πηγαίνουν καλά. Χαίρομαι που τα καταφέρνουν. Έχω μερικούς που πάνε πραγματικά πάρα πολύ καλά. Όχι ότι θεωρώ ότι έχω συμβάλει σε αυτό, αλλά θεωρώ ότι τους είχα γνωρίσει και κάνουμε παρέα και τους είχα προσέξει από τότε που ήταν σπουδαστές.
Εξώφυλλο βιβλίου που παραγγέλθηκε στον Δημήτρη Φιλιππίδη από την εταιρία τσιμέντων Τιτάν, 1992
Η έννοια αυτή της εξέλιξης και της πορείας, είναι ενθαρρυντικό πράγμα. Και ξέρετε ότι αυτό που είναι απογοητευτικό, είναι ότι μέσα από τις σπουδές, όλα τα παιδιά έχουν τον ενθουσιασμό να δουλέψουν με καινούρια πράγματα και πρωτότυπες ιδέες. Εκεί πέρα αρχίζει ο κόφτης. Υπάρχουν πάρα πολλές δυσκολίες, πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες και δεν μπορούν όλοι να τα βγάλουν πέρα. Και υποχωρούν και δέχονται λιγότερο ευνοϊκά πράγματα. Χάνονται. Αυτό εμένα με ενοχλούσε και μελαγχολώ όλα αυτά τα χρόνια. Γιατί εντάξει, εγώ το πέτυχα επειδή έγινα καθηγητής. Ήμουν καλός στη δουλειά μου, με αγαπούσαν τα παιδιά και έβρισκα ανταπόκριση.
Εξώφυλλο τεύχους για αυθαίρετο οικισμό «Ιλισό» στην Αθήνα, που υποβλήθηκε σε διεθνή διαγωνισμό, που προκήρυξε το Γραφείο Δοξιάδη το 1966, και έλαβε ένα από τους επαίνους. Ομάδα: J. Maltby, B. Roe, C. Martin, Δ. Φιλιππίδης
Βρήκα τη θέση μου. Αλλά για έναν που τελειώνει σήμερα και πρέπει να βγάλει το ψωμί του, δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Όχι μόνο τώρα με την κρίση και όλα αυτά, αλλά ανέκαθεν. Ήταν ένα πολύ μικρό ποσοστό. Δηλαδή φανταστείτε ότι 10-15% ήταν αυτοί που μπορούσαν να κάνουν κάτι.
Πιστεύετε ότι υπάρχουν κάποιες ποιότητες στον χαρακτήρα που θα καθορίσουν μια αξιοκρατική πορεία; Ίσως μέσα από το δικό σας παράδειγμα, τα δικά σας μαθήματα ζωής.
Ένα πράγμα είναι αυτό που λένε ταλέντο, κάτι που είναι πολύ γενικό και αόριστο. Κακά τα ψέματα, πρέπει να το έχεις. Πρέπει να δουλεύει το χέρι σου και να πηγαίνει. Και ιδίως τη δικιά μου την εποχή που δεν υπήρχε κομπιούτερ και έπρεπε όλα να τα κάνουμε χειροκίνητα. Ο Δεκαβάλλας ήταν υπέροχος στο να χρησιμοποιεί το χέρι του. Έκανε κάτι φοβερά προοπτικά. Και τα σχέδιά του είχαν πάντα έναν αέρα, μία άνεση και καταλάβαινες ότι μπορούσαν να αναπτυχθούν. Αυτό είναι κάτι που χρειάζεται αλλά θέλει πολύ κόπο, έναν μεγάλο αγώνα.
Εξώφυλλο, Εφήμερη και αιώνια Αθήνα, ΠΙΟΠ 2009
Ο Δημήτρης ο Αντωνακάκης μαζί με τη Σουζάνα την Αντωνακάκη, θυμάμαι όταν τελείωσαν το Πολυτεχνείο άργησαν να ξεπεταχτούν. Και επειδή εγώ δούλευα στο γραφείο ενός φίλου τους, έλεγαν εκείνοι πόσο σπουδαίοι είναι οι Αντωνακάκηδες και πόσο σοβαροί στον τρόπο που ψάχνουν το δρόμο τους πριν αρχίσουν να εμφανίζονται και να δουλεύουν. Να δείχνουν δηλαδή σημάδια της δουλειάς τους, να το έχουν ψάξει, να το έχουν βασανίσει, και μετά να το κάνουν. Και αυτό έκανε εντύπωση στους συναδέλφους μου, ήταν πιο απλοί και πιο άμεσοι στις απαιτήσεις τους.
Άρα είναι ένα μείγμα. Το ταλέντο – που είναι ένα φυσικό δώρο του Θεού, με πολλή δουλειά και με πολύ κόπο, με πράγματα τα οποία δεν τα βρίσκεις εύκολα και πρέπει να αγωνιστείς, αλλά και να θυσιάσεις πολλά πράγματα. Είναι ένα σύνθετο πράγμα. Και βέβαια πρέπει να έχεις και τη δύναμη και τη θέληση του χαρακτήρα για να μπορέσεις να τα βγάλεις πέρα.
Ποια είναι η άποψή σας για την Αρχιτεκτονική σήμερα όπως εξελίσσεται στην Αθήνα και την ύπαιθρο; Αυτό ήταν και το θέμα του συνεδρίου την τελευταία φορά που σας είδα.
Δεν θα με ακούσετε ποτέ να λέω ότι η Αρχιτεκτονική σήμερα έχει χαλάσει, ότι έχουμε παγκοσμιοποίηση, ότι ο ένας αντιγράφει τον άλλον, ότι όλα είναι ψηφιακά, ότι οι εικόνες μάς έχουν κατακλύσει και κανείς δεν σκέφτεται σοβαρά, ότι όλα είναι φρου φρου κι αρώματα, ότι όλα δουλεύουν με μεγάλη ταχύτητα και ότι τίποτα δεν έχει αξία σήμερα.
Φωτογραφία με παιδιά της τάξης στα σκαλιά του πρόπυλου της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, 1995
Δεν θα το πω ποτέ γιατί δεν είναι αληθινό. Δεν θα το πω αυτό γιατί πηγαίνει χέρι-χέρι με μία ιδέα ότι τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα παλιότερα. Ούτε αυτό είναι σωστό.
Τα πράγματα ήταν ζόρικα πάντα. Η Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα ήταν πάντοτε ένα ζόρικο επάγγελμα. Δεν ήταν εύκολο, ήταν για κάποιους που ήταν επιτυχημένοι εμπορικά και είχαν κάνει λεφτά. Ήταν ελάχιστοι και μετρημένοι στα δάχτυλα. Οι υπόλοιποι μοχθούσαν και σκοτώνονταν για να δουλέψουν.
Δεν είχαν αναγνώριση, είχαν πελατεία που δεν αναγνώριζε τη δουλειά τους, που παρέμβαινε σε αυτά που έκαναν και τα αλλοίωνε. Ήταν δύσκολο να αναδείξουν τη δουλειά τους.
Γίνονταν και πολλοί αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί, από τους οποίους αναδείχθηκαν πολλοί άγνωστοι και πολλοί νέοι. Και διακρίθηκαν ακριβώς για αυτό. Έκαναν πολύ γρήγορα αυτή την πορεία. Άλλοι δούλεψαν πολύ αργά σαν μυρμηγκάκια. Άρα έχουμε και αυτά. Διαφορές ταχύτητας, τύχης, συμπτώσεων και ευκαιριών. Όλα αυτά δουλεύουν παράλληλα. Ήταν η εποχή που αν δεν ήξερες κάποιον εργολάβο, δεν κέρδιζες. Ο εργολάβος σού έφερνε τα οικόπεδα και εσύ σχεδίαζες. Δεν είχες να κάνεις τίποτα. Υπάρχουν και τέτοια πράγματα. Υπάρχουν εποχές παχιών και ισχνών αγελάδων. Το να διακριθείς στις παχιές αγελάδες, έχει το να μην πνιγείς μέσα στην επιτυχία και τη γρήγορη διεκπεραίωση της δουλειάς. Στις ισχνές αγελάδες είναι το πώς θα επιβιώσεις όταν τα γραφεία στην Ελλάδα συνήθως είναι μικρά, με λίγο κόσμο, για να μπορούν να πάρουν αυτές τις πιέσεις. Γιατί συνεχώς παίζουν με τέτοια θέματα.
Εξώφυλλο βιβλίου Είκοσι θέσεις για την πολεοδομία του ΔΦ (αυτοέκδοση, 1990)
Παρακολουθώ με πάρα πολλή προσοχή τα αποτελέσματα διαγωνισμών που γίνονται αυτή την εποχή, βέβαια κοιτάζω και το τι χτίζεται και από ποιον χτίζεται. Όσο μπορώ να το κάνω αυτό, συμμετέχω στις παρουσιάσεις και τις εκδηλώσεις του Ινστιτούτου. Προσπαθώ όσο μπορώ να παρακολουθώ την κίνηση. Έπαψα να δουλεύω ως αρχιτέκτονας, γιατί δούλεψα λιγάκι ως αρχιτέκτονας και είδα ότι δεν τα κατάφερνα. Δεν μπορούσα να βγάλω λεφτά, είχα ένα πρόβλημα με τα λεφτά και δεν μπορούσα να ζητήσω λεφτά. Κάποια στιγμή το βαρέθηκα και σταμάτησα. Μετά έκανα τον πολεοδόμο. Ως πολεοδόμος ασχολήθηκα από το ‘83 μέχρι το ‘93. Καμιά δεκαριά χρόνια.
Στη βεράντα ξενοδοχείου στην Κω, μετάπλαση παλιότερου «Ξενία» από τους ISV, 2008
Γύρισα όλη την Ελλάδα. Δεν έκανα έρευνα στο Πολυτεχνείο που ήταν τα αριστοκρατικά πράγματα, μπήκα στο επάγγελμα κατευθείαν, σε ομάδες πολεοδομικές που γύριζαν και έκαναν σχέδια, σύμφωνα με το ΥΠΕΧΩΔΕ. Ήταν μία φοβερή εμπειρία και αυτή, βρέθηκα σε μέρη που δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα πήγαινα. Όπως στη Δυτική Μακεδονία, όπου βρέθηκα μπλεγμένος με μία Δημοτική Επιχείρηση, που πρόσφερε πολεοδομικές υπηρεσίες στην τοπική κοινωνία, κάνοντας τους πολιτικούς στα ρουσφέτια και διάφορα τέτοια τρελά. Μας άντεξαν ως κάποια στιγμή και μετά μας πέταξαν έξω. Ήταν καλή εμπειρία αυτή. Εκεί πέρα έρχεσαι σε επαφή με τον κοσμάκη, όχι τον πελάτη που σου χτυπάει την πόρτα. Είναι τελείως άλλο πράγμα. Ήρθα σε επαφή με ανθρώπους, περπατούσα στο δρόμο και κατέγραφα τα σπίτια τους και είχα επικοινωνία μαζί τους. Αυτές οι εμπειρίες δεν μπορούν να αποκτηθούν με άλλο τρόπο. Είναι κάτι αντίστοιχο με το Αντί.
Τεχνική έκθεση διαγωνισμού για την προστασία και ανάδειξη οικισμού Ανάβατου Χίου, πρώτο βραβείο (ομάδα: Κ. Μωραϊτης, Κ. Χελιδόνη, Θ. Πάνζαρης, Δ. Φιλιππίδης)
Στο Αντί ήταν μέσα από κείμενα, ενώ τα υπόλοιπα ήταν μέσα από την πράξη. Δηλαδή περπατούσα και συζητούσα και έλεγα, «Θα σας κάνω το εξής σχέδιο». Και εκείνοι απαντούσαν, «εμείς θέλουμε το άλλο, ο δήμαρχος είπε εκείνο». Και έμπλεκες σε αυτό, στις τοπικές σχέσεις και τις αλληλοσυσχετίσεις εντός της κοινωνίας. Εγώ τουλάχιστον άρχισα να σέβομαι πώς λειτουργούν αυτά τα πράγματα. Αλλά η πολεοδομική εμπειρία ήταν μία κόλαση. Στην Ελλάδα το να χτίσεις ένα σπίτι είναι της κλίμακας 5-10. Κάνεις το σχέδιο μιας πόλης και το να προχωρήσεις μέσα από το σχετικό υπουργείο, είναι ένας μεγατόνος. Είναι απίστευτο το τι δυσκολίες συναντάει κανείς, γιατί μπλέκουν όλοι μέσα. Αυτό το «όλοι» έχει μία ομορφιά, αλλά έχει και μία τρομακτική δύναμη αδράνειας. Να μην μπορεί κάποιος να κινηθεί εύκολα.
Ο Δημήτρης Φιλιππίδης φωτογραφίζεται μπροστά σε μεγεθυμένη φωτογραφία από το Βιετνάμ του Μιχάλη Κατζουράκη, σε έκθεση έργων του τελευταίου, M Μπενάκη, 2015
Όμως μπορώ να σου πω ότι στην Κοζάνη που βρέθηκα ως εξωτερικός συνεργάτης για αυτή την Δημοτική Επιχείρηση, ήταν μη κερδοσκοπική, μας έβαλαν να μελετήσουμε την Κοζάνη. Η Κοζάνη ήταν ένας παλιός οικισμός χωρίς σχέδιο, μια κατάσταση χαοτική. Και είπαμε αντί να προσπαθούμε να στρώσουμε την Κοζάνη, να κάνουμε μία πόλη έξω από την Κοζάνη. Και έτσι σχεδιάσαμε μία πόλη έξω, που θα μπορούσε να πάει ο κόσμος εκεί. Είχε και κατοικίες και πανεπιστήμιο και εργοστάσια. Όλες τις λειτουργίες. Αυτά ξεκίνησαν το 1985. Έχουν περάσει από τότε 40 χρόνια. Στο μεταξύ μόνο ένα κομμάτι χτίστηκε από αυτές τις κατοικίες. Μετά από λίγο έγραψαν στην εφημερίδα ότι χτίστηκε ένα κομμάτι του καινούριου Πανεπιστημίου της Δυτικής Μακεδονίας.
Και έλεγα από μέσα μου, «για κοίτα, έπιασε τόπο αυτό το πράγμα, αν και πήρε τόσο πολύ χρόνο».
Πήρε πάρα πολλά χρόνια
Ναι, αλλά ήταν μία φοβερή εμπειρία.
Αυτή η αίσθηση ότι είσαι κομμάτι ενός συνόλου. Αυτό ως αρχιτέκτονας δεν το έχεις. Ως πολεοδόμος το έχεις.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία αυτό. Η πολεοδομία όμως μας πήγε μακριά από την Αρχιτεκτονική την τωρινή.
Εγώ πιστεύω ότι τώρα γίνεται στην Ελλάδα Αρχιτεκτονική, που υπάρχουν άνθρωποι με ταλέντο, με ικανότητα, με δυνατότητα να κάνουν πράγματα, και το βλέπεις κάθε φορά που γίνονται εκθέσεις, βραβεύσεις και όλα αυτά.
Εγώ είμαι πάρα πολύ χαρούμενος που συνεχίζονται αυτά τα πράγματα. Αυτός ο καλός ο τόπος, παρόλο που είμαστε τόσο μικροί και περιορισμένοι και με όλες αυτές τις δυσκολίες, καταφέρνει να παράγει μία καλή Αρχιτεκτονική, η οποία πιστεύω ακράδαντα ότι υπάρχει -και σε πείσμα όλων γίνεται.
Εισαγωγικό κείμενο σε επανέκδοση του Klaus Vrieslander – Τζούλιο Καϊμη, To σπίτι του Ροδάκη στην Αίγινα, Ακρίτας, (επιμ. Μ. Φάις), 1997
Και μια τελευταία ερώτηση για αυτή την πρώτη μας συζήτηση -θα ακολουθήσει κι άλλη μετά τη βράβευση. Αν σκεφτείτε όλη σας την πορεία μέχρι σήμερα, ποια πιστεύετε ότι είναι τα βασικότερα μαθήματα που έχετε πάρει και που σας έχουν καθορίσει ως άνθρωπο στο σύνολο της προσωπικότητάς σας;
Βαριά κουβέντα. Ίσως θα έπρεπε αυτά να τα βάλω χρονικά. Το στρατιωτικό που ήμουνα μόνος μου στην Κάρπαθο, με άλλαξε ως χαρακτήρα και ωρίμασα. Μέχρι τότε ήμουν παιδί. Στην Κάρπαθο έγινα άντρας. Αυτό ήταν ένα σημείο τομής. Δεύτερο σημείο τομής ήταν όταν σπούδασα Κοινωνική Ανθρωπολογία και ξαναγύρισα στην Κάρπαθο, αλλά με άλλους όρους.
Ο Δημήτρης Φιλιππίδης στην Όλυμπο Καρπάθου, 2006
Εκεί έμαθα τι θα πει να ζεις μέσα σε μία κοινωνία, με όλες αυτές τις σχέσεις που δημιουργούνται, όπου το τι είναι καλό και τι είναι κακό είναι σχετικό πάντα, πάντα διαπραγματεύσιμο και πρέπει να το συζητάς πάντα κάτω από ορισμένες συνθήκες.
Έπαψα να είμαι απόλυτος. Έμαθα να συμπαθώ, να συμμερίζομαι και να μετέχω.
Από κει και πέρα, όταν πήγα στο Πολυτεχνείο αυτά ενισχύθηκαν ακόμα περισσότερο.
Γιατί στο Πολυτεχνείο το να μπαίνω στην τάξη και να απευθύνομαι στα παιδιά που ήταν από κάτω, τα οποία με κοιτούσαν, αυτό που με τραυμάτισε ήταν όταν είδα για πρώτη φορά κάποιον να χασμουριέται. Λέω ότι κάπου την έχω πατήσει και ότι δεν κάνω κάτι καλά. Έπρεπε να καταφέρω το συγκεκριμένο άτομο να μη χασμουριέται την ώρα που έκανα το μάθημα.
Αυτό, το να προσπαθήσω να τους κερδίσω, να τους μάθω ότι μπορούν να βάλουν μία τάξη στη ζωή τους, να μπορούμε στη δικιά μας τη ζωή μέσα στο Πολυτεχνείο και τις σπουδές να το οργανώσουμε έτσι ώστε να μπορούμε να είμαστε παραγωγικοί και συνεργάσιμοι. Να μπορούν να ανοιχτούν τα παιδιά. Τους τα έλεγα αυτά, τους είχα τρελάνει. Και μου έλεγαν, «Μα και τι νόημα έχει να κάνεις εσύ το δικό σου μάθημα έτσι όταν ο διπλανός κάνει άλλα πράγματα; Εμείς γιατί να ασχοληθούμε με σένα και να χάσουμε το άλλο; Αφού το άλλο είναι το επικρατέστερο. Ποιος είσαι εσύ να μας πεις τι πρέπει να κάνουμε και με ποιο τρόπο να σκεφτόμαστε;».
Ο Δημήτρης Φιλιππίδης με σπουδαστές και σπουδάστριες στη διάρκεια μαθήματος στο ΕΜΠ, όπου τους ζητήθηκε να κατασκευάσουν μουσικά όργανα ικανά να βγάλουν ήχο, 1990
Τους έδινα και έγραφαν κριτικές για το μάθημα. Όποιος ήθελε ανώνυμα και όποιος ήθελε επώνυμα. Σε ένα μικρό χαρτάκι στο τέλος του εξαμήνου. Τα μάζευα αυτά, τα ξανάγραφα και τους τα μοίρασα πίσω. Και εκεί πέρα έβλεπα τις αντιδράσεις. Δεν ηταν όλες ίδιες, δεν ήταν όλες θετικές, δεν ήταν όλες αποστασιοποιημένες ή συμβατικές. Μερικούς τους είχα κερδίσει και άλλους τους είχα χάσει. Τεράστιο μάθημα και αυτό. Όταν προσφέρεσαι προς τα έξω, η αποδοχή δεν μπορεί ποτέ να είναι ομοιόμορφη. Δεν πρέπει να θεωρείς αδικία το ότι μερικοί θα σε απορρίψουν. Μέσα στη ζωή είναι αυτό. Και βέβαια πάνω από όλα η οικογένεια, η οποία για εμένα ήταν το άλφα και το ωμέγα. Αυτά που έμαθα από τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου δεν τα έμαθα από κανέναν άλλον. Για αυτά είμαι περήφανος. Για όλα αυτά που κάναμε και ζήσαμε μαζί. Και τώρα έρχονται εκ των υστέρων και μου λένε τα παιδιά μου «ευχαριστώ». Βλέπεις μετά από τόσα χρόνια να βγαίνει κάτι που ποτέ δεν θα υποψιαζόσουν ότι υπάρχει.
Ακολούθησαν και οι δύο τη δική σας πορεία.
Λοιπόν, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πώς μπλέχτηκα στο Αντί. Ήξερα πολύ καλά το Χρήστο Παπουτσάκη, ο οποίος ήταν δύο ή τρεις χρονιές μεγαλύτερος από εμένα στο Πολυτεχνείο. Τον εκτιμούσα πάρα πολύ. Ήξερα τι είχε τραβήξει εξαιτίας των φρονημάτων του και όλα αυτά. Ήταν ιστορίες που ήδη είχε δημοσιεύσει στο Αντί ο Δημήτρης ο Αντωνακάκης, ο οποίος επίσης ήταν πιο μεγάλος από μένα. Ήταν συμμαθητής του Παπουτσάκη και είχε δημοσιεύσει 3-4 κείμενα διάσπαρτα.
Μου φάνηκε ότι το Αντί ήταν ένα καλό μέσο για να επικοινωνήσει κανείς έξω από την Αρχιτεκτονική. Γιατί ωραία όλα αυτά, να είμαστε κλεισμένοι μέσα στο δικό μας το καβούκι το επαγγελματικό, αλλά τι γίνεται και με τον υπόλοιπο κόσμο;
Και επειδή συνεχώς οι αρχιτέκτονες κλαίγονται ότι είναι απέξω, είναι παραμελημένοι, κανείς δεν τους λογαριάζει και όλοι εύχονται να μπορέσουν να πλησιάσουν την περίφημη κοινωνία και να έχουν μία αμεσότητα στη σχέση, και είπα ότι είναι μία καλή αντίστοιχη ευκαιρία. Και έτσι βρέθηκα να δουλεύω μαζί. Όχι ότι από την πρώτη στιγμή ήξερα ότι θα καθόμουν τόσα χρόνια.
Πόσα χρόνια μείνατε;
Ούτε που ξέρω. Κάποια στιγμή τα μέτρησα. Δεν θυμάμαι πόσα ήταν ακριβώς, αλλά ήταν αρκετά και σταμάτησα μόνο όταν πέθανε ο Παπουτσάκης.
Tότε που σταμάτησε και η κυκλοφορία του περιοδικού στην ουσία.
Ναι, τότε που σταμάτησε και το περιοδικό. Αυτό το κομμάτι το έζησα καλά στο τέλος, με το Χρήστο στο νοσοκομείο να προσπαθεί να βγάλει το τελευταίο τεύχος και να μιλάει στο τηλέφωνο από το νοσοκομείο. Ήταν μία φοβερή εμπειρία αυτή. Τέλος πάντων, αυτός ήταν ο Χρήστος. Ήταν ένας άνθρωπος μάλαμα, ποτέ δεν έκανε ούτε μία επέμβαση σε πράγματα που έγραφα. Όχι ότι συμφωνούσαμε σε όλα τα πράγματα. Ας πούμε για παράδειγμα για το Μουσείο της Ακρόπολης, όπου γινόταν τρομερός καβγάς εκείνη την εποχή.
Ο Δημήτρης Φιλιππίδης φωτογραφίζεται την ώρα που φωτογραφίζει την τάξη του στα σκαλιά του πρόπυλου της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, όπως έκανε στο τέλος κάθε εξαμήνου.
Ο Παπουτσάκης ήταν άγρια εναντίον, ενώ εγώ ήμουν πολύ πιο ήπιος και συμβιβαστικός. Και θυμάμαι να λέει ο Χρήστος, «Τι είναι αυτά πάλι που μας λες; Τέλος πάντων, δικά σου είναι, υπάρχει και αυτή η άποψη, αλλά ρε παιδί μου, δεν θα έπρεπε να γίνει κάπως αλλιώς;». Δηλαδή εξέφραζε την αντίληψή του, αλλά δεν σου απαγόρευε να μιλάς. Αυτό ήταν πάρα πολύ σημαντικό. Ελάχιστοι το έκαναν εκείνη την ωραία εποχή. Οι περισσότεροι σου επέβαλαν να πεις αυτό, να κάνεις εκείνο, να μην μιλήσεις. Και έκοβαν. Αυτό ήταν το Αντί.
Το Αντί μού άνοιξε έναν κόσμο, γιατί ήταν αυτοί που δεν ήταν επαγγελματίες, ούτε του σιναφιού, ήταν άνθρωποι που με έβλεπαν στο δρόμο και μου μιλούσαν. Ήταν απίστευτη αυτή η χαρά. Η στιγμιαία γνωριμία, διότι δεν είχα τίποτα μαζί τους. Εκείνοι όμως εκτιμούσαν αυτό που έγραφα, και αυτό μου αρέσει πάρα πολύ.
Άρα επετεύχθη ο στόχος για το άνοιγμα προς την κοινωνία.
Ναι, για εμένα ήταν ένα ζητούμενο αυτό. Γιατί και η θεματολογία αλλάζει με αυτόν τον τρόπο. Δεν μιλάς με τον ίδιο τρόπο που μιλάς με άλλους αρχιτέκτονες. Μιλάς για θέματα τα οποία είναι πιο βατά, πιο ανθρώπινα, που έχουν σχέση με την επικαιρότητα. Κατεβάζεις το επίπεδο και ο λόγος παύει να είναι αυτός ο ξύλινος και επαγγελματικός.
Εξώφυλλο σπουδαστικών σημειώσεων του Δημήτρη Φιλιππίδη (πολυγραφημένο) στο μάθημα Πολεοδομίας, 1979
Ή ακόμα χειρότερα, ο θεωρητικός ξύλινος λόγος. Τέλος πάντων, ήταν κάτι το οποίο εξισορροπούσε την άλλη μεριά, τη συνεργασία που είχα με τα Αρχιτεκτονικά Θέματα. Δηλαδή με τον Δουμάνη είχαμε μία τεράστια συνεργασία, όπου εκεί πέρα τα πράγματα ήταν πολύ αυστηρά και μετρημένα, όπως πρέπει. Και μάλιστα, ο Δουμάνης ώρες-ώρες παραπονιόταν ότι ο τρόπος που γράφω δεν είναι όσο επίσημος και καθώς πρέπει όπως χρειάζεται για το περιοδικό του. Αυτή ήταν η διαφορά ανάμεσα στα δύο.
Ο Δημήτρης Φιλιππίδης κάνει πρόποση στη διάρκεια σύσκεψης με κοπή πίτας του Τομέα Πολεοδομίας, Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, Πρωτοχρονιά άγνωστης χρονολογίας.
Το ένα συμπλήρωνε το άλλο. Πολλά από τα πράγματα που σκεφτόμουν ότι ήθελα να πω κάθε 15 μέρες στο Αντί, έγιναν πράγματα που πέρασα μετά και έγιναν πράγματα μέσα σε βιβλία και άλλα άρθρα. Δηλαδή, δεν ήταν ο περιορισμένος χώρος ενός περιοδικού, αλλά ήταν αυτό που σήμερα λένε μία πλατφόρμα, δηλαδή μία περιοχή, η οποία γεννάει ιδέες και σκέψεις, οι οποίες τροφοδοτούν άλλα πράγματα.
Είμαι ευγνώμων πραγματικά που δούλεψα στο Αντί. Εκεί κέρδισα πάρα πολλά, αν και θυμάμαι ότι πολλές φορές πλησίαζαν οι 15 μέρες και έλεγα, «Χριστέ μου τι θα γράψω; Τι έχω να πω; Με τι να ασχοληθώ;». Ήταν ωραία αυτά.
Ο Δημήτρης Φιλιππίδης σε έκθεση στο Παρίσι, 2006
Δείτε το 1ο μέρος της συνέντευξης του Δημήτρη Φιλιππίδη στη Δανάη Μακρή εδώ
Κλείστε τα εισιτήρια σας για τη φετινή διοργάνωση ΕΣΩ εδώ!
ESW Sponsors
Platinum Sponsor: ALUMIL
Gold Sponsor: ORAMA MINIMAL FRAMES
Silver Sponsor: ELVIAL
Bronze Sponsor: EUROPA
Distinctive Sponsor: ALUMINCO
Grand Sponsors: BENJAMIN MOORE, BLUM, FURNITURE GALLERY, GRUPPO CUCINE, LAFARGE, MARMYK, MARMOURIS, MOCKUP SPACES, NEOKEM, SATO, TSIALOS, URBI ET ORBI
Creative Sponsor: NAFPLIOTIS
READ ALSO: Establishing new aesthetics while working with the existing | Eptanisou Penthouse by SOUTH architecture, Athens Greece