Με ορίζοντα την επίτευξη του ευρωπαϊκού στόχου για μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030, η ΕΕ προωθεί σημαντική μείωση κατεδαφίσεων κτηρίων και ένα μεγάλο κύμα ανακαινίσεων των ήδη υπαρχόντων. Εντός συνόρων, η μεταπολεμική πολυκατοικία της αντιπαροχής, η ραχοκοκαλιά της συλλογικής μας συνύπαρξης μέχρι σήμερα, καλείται να ανανεωθεί, σε τεχνικό και εννοιολογικό επίπεδο, ώστε να μπορέσει να στεγάσει τις αυξανόμενες ανάγκες και πιέσεις της ρευστής, πολυπολιτισμικής και, άγουρα, παγκοσμιοποιημένης ελληνικής κοινωνίας του 21ου αιώνα.

Με αφορμή τον (ανα)στοχασμό για τις νέες ερμηνείες και φόρμες της ελληνικής πολυκατοικίας και την ολοκλήρωση του διαμερίσματος βραχυχρόνιας μίσθωσης Pocket House, στο κέντρο της Αθήνας, από το αρχιτεκτονικό γραφείο STOA, η αρχιτέκτονας και αρχισυντάκτρια του Archisearch.gr, Μελίνα Αρβανίτη-Πολλάτου, συνομιλεί με την Ελένη Παπαγεωργίου, αρχιτέκτονα και συν-ιδρύτρια του STOA Studio Of Architecture, για την πολυκατοικία ως ‘μηχανή φιλοξενίας’, για την αφηγηματική σκηνοθεσία της αρχιτεκτονικής και για υποθετικά σενάρια αστικής συνύπαρξης που εγκυμονούν τις ευτοπίες ή τις δυστοπίες του μέλλοντος.

-από την Μελίνα Αρβανίτη-Πολλάτου

Αν ήταν ταινία, θα ήταν το παραληρηματικό Enter the Void του Gaspar Noé. Αν ήταν βιβλίο, το λαβυρινθώδες Κουτσό του Χούλιο Κορτάσαρ. Το κέντρο της Αθήνας είναι, πέρα και πάνω απ’ όλα, μια αινιγματική εμπειρία που λαμβάνει χώρα σε πολλαπλές διαστάσεις, συχνά αντιφατικές ή συγκρουσιακές μεταξύ τους, και αναμειγνύει με κάδρο την Ακρόπολη, στις παρυφές του Παρθενώνα, ετερόκλητους ανθρώπους και ασυμβίβαστα σενάρια που, όμως, συνυπάρχουν λυσσαλέα κι αδιάκοπα.

Αυτή η πόλη μας κρατάει ζωντανούς μ’ αντάλλαγμα να γράφουμε τραγούδια για τους δρόμους, λέει ο Λεξ κι η πόλη γίνεται, αυτόματα, ένα κουβάρι από στίχους.

Η αθηναϊκή πολυκατοικία της αντιπαροχής, η ραχοκοκαλιά της συλλογικής μας διαβίωσης, ακμάζει και παρακμάζει, στη πάροδο των χρόνων, μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας. Κατοικείται, εγκαταλείπεται, διεκδικείται, αναλύεται, απαξιώνεται, ξεπουλιέται και αγοράζεται ξανά, παραμένοντας, σταθερά, το γενετικό υλικό της σύγχρονης Αθήνας.

Μέσα σε αυτό το ρευστό ανθρωπογενές τοπίο, παλιοί κάτοικοι φεύγουν και καινούργιοι έρχονται, από όλα τα μήκη και πλάτη της γης, θέτοντας την επανενεργοποίηση της πολυκατοικίας στο επίκεντρο της σύγχρονης αρχιτεκτονικής παραγωγής.

«Η πολυκατοικία χτίστηκε από τον λαό, για τον λαό και με τη συμμετοχή του λαού», γράφει, στο πρόλογο του βιβλίου της Ιωάννας Θεοχαροπούλου ‘Χτίστες, νοικοκυρές και η οικοδόμηση της σύγχρονης Αθήνας’, ο Βρετανός αρχιτέκτονας και ιστορικός αρχιτεκτονικής Kenneth Frampton, θέτοντας, έμμεσα, μια σειρά από κρίσιμα ερωτήματα που αναζητούν συνειδητές απαντήσεις.

Πώς η αρχιτεκτονική κοινότητα επανερμηνεύει στα νέα δεδομένα μιας παγκοσμιοποιημένης μητροπολιτικής ζωής έναν κτηριακό τύπο που προέκυψε αυθόρμητα, σε τοπική κλίμακα και από τη λαϊκή ανάγκη;

Τι γίνεται όταν η κατοικία εμπορευματοποιείται και από κοινωνικό αγαθό αποκτά υπεραξία;

Και αν η αθηναϊκή πολυκατοικία είναι όλα όσα ήμασταν, όλα όσα είμαστε και όλα όσα έχουμε, τι απομένει για το αύριο και ποιοι κατοικούν το μετά;

Η αρχιτεκτονική ομάδα του στούντιο STOA επεξεργάζεται, στοργικά, τα παραπάνω ερωτήματα μέσα από σχεδιαστικές αποφάσεις που φέρνουν στη ζωή το Pocket House, ένα (μικρο)διαμέρισμα 45 τ.μ. στο εμπορικό τρίγωνο του Αθηναϊκού κέντρου, που προέκυψε από τη συνένωση δύο επιμέρους επαγγελματικών χώρων, με θέα στην Ακρόπολη.

Η ελεύθερη, ανοιχτή, κάτοψη του νέου διαμερίσματος κυριαρχείται από ένα σομόν ορθογώνιο κουτί, που στο εσωτερικό του κρύβει το μπάνιο και στην εξωτερική του πλευρά φιλοξενεί την κουζίνα, τον εκτεθειμένο δομικό σκελετό από εμφανές σκυρόδεμα, και τα χαρακτηριστικά μωσαϊκά δάπεδα της αρχικής κατασκευής που διατηρούνται, αποκαθίστανται και συμπληρώνονται, στα σημεία από όπου καταργήθηκαν οι τοίχοι, με λευκό μάρμαρο Διονύσου. Τη νέα αρχιτεκτονική σύνθεση συμπληρώνουν το εμβληματικό σετ τραπεζαρίας Tulip του Eero Saarinen, ξύλινα σταθερά και κινητά έπιπλα με ρετρό αισθητική κι ένα ευρύχωρο, σχεδιασμένο από τους αρχιτέκτονες, πολυχρηστικό κρεβάτι.

The Talks

Μελίνα Αρβανίτη-Πολλάτου: Ακολουθώντας τη μοντερνιστική σκέψη του Le Corbusier που θέτει το σπίτι ως ‘μηχανή κατοίκησης’, ας ονομάσουμε τα διαμερίσματα βραχυχρόνιας μίσθωσης ‘μηχανές φιλοξενίας’. Πως αντιλαμβάνεστε αυτό τον όρο; Μπορεί να υπάρξει κάποιου είδους σχεδιαστική τυποποίηση ή χρειάζεται εξατομικευμένη προσέγγιση κάθε φορά;

Ελένη Παπαγεωργίου: Στο συγκεκριμένο πρότζεκτ, αίτημα του ιδιοκτήτη ήταν ο σχεδιασμός ενός μικρού διαμερίσματος στο κέντρο της Αθήνας που αφενός θα χαρακτηριζόταν από μία ισχυρή αισθητική ταυτότητα αφετέρου θα μπορούσε να “κατοικηθεί” τόσο από ένα εφήμερο επισκέπτη όσο και από τον ίδιο μακροπρόθεσμα. Για το λόγο αυτό η αισθητική, λειτουργική αλλά και η ποιοτική προσέγγιση του εσωτερικού σχεδιασμού έγινε με γνώμονα περισσότερο την αυθεντικότητα, παρά την προσπάθεια να υπακούσει στις ανάγκες της σημερινής αγοράς “μηχανών φιλοξενίας”.

Παρότι η ομάδα μας ειδικεύεται σε επαναχρήσεις παλαιών κτιρίων, σε ξενοδοχειακά και οικιστικά έργα, όπου κάποιες φορές η επαναληψιμότητα “απαιτεί” μία σχεδιαστική τυποποίηση, πρόθεσή μας είναι να αντιμετωπίζουμε το κάθε έργο με εξατομικευμένη προσέγγιση κάθε φορά.

ΜΑΠ: Όταν μιλάμε για διαμερίσματα βραχυχρόνιας μίσθωσης και για εφήμερη κατοίκηση όπου οι ένοικοι/κάτοικοι εναλλάσσονται, συνήθως με γρήγορους ρυθμούς, ποια αντιλαμβάνεστε ως κομβικά σημεία/σταθμούς της σχεδιαστικής αφήγησης;

ΕΠ: Για την ομάδα μας κομβικό σημείο κάθε σχεδιαστικής αφήγησης αποτελεί η σύλληψη της κάτοψης ενός έργου. Από εκεί ξεκινούν όλα.

Ειδικά σε χώρους εφήμερης κατοίκησης που κατά πάσα πιθανότητα αποτελούν “στάσεις” για ένα πολυποίκιλο πολιτισμικά κοινό, ο λειτουργικός σχεδιασμός αποτελεί ένα αρκετά απαιτητικό έργο.

ΜΑΠ: Τι ρόλο παίζουν σε αυτή την σχεδιαστική αφήγηση, κάθε φορά, το χρώμα, οι υφές και τα υλικά;

ΕΠ: Η εργογραφία της ομάδας μας αποτελείται από ένα αρκετά ευρύ φάσμα αισθητικών ταυτοτήτων. Αποφεύγουμε να έχουμε “κάποιο στυλ” σαν γραφείο και πιο πολύ μας αρέσει να αναφερόμαστε στην πρακτική μας ως ένα λεξιλόγιο στο οποίο κάποιες λέξεις είναι πιο αναγνωρίσιμες, δημιουργώντας ένα ιδίωμα.

Σε κάθε έργο, κατά τη διάρκεια της συνθετικής διαδικασίας ανασύρουμε υλικά, χρώματα και υφές από μία “αρχιτεκτονική βιβλιοθήκη” που χτίζουμε διαδοχικά όλα αυτά τα χρόνια μέσα από τα πρότζεκτ του γραφείου αλλά και έντονη προσωπική έρευνα.

ΜΑΠ: Πως φαντάζεστε να λειτουργούν αυτά τα διαμερίσματα σε 10 χρόνια από τώρα; Ποιο είναι για εσάς το ιδανικό σενάριο ενσωμάτωσης τους στην ελληνική πόλη και, συγκεκριμένα, στην Αθήνα;

ΕΠ: Όπως ανέφερα και παραπάνω, πέρα από κάθε design ή αισθητική προσέγγιση, η διαχρονικότητα ενός έργου ξεκινά από τη λειτουργικότητα και την ιδιομορφία της κάτοψής του. Μία καλή κάτοψη δε βγαίνει ποτέ “εκτός μόδας”. Το συγκεκριμένο διαμέρισμα προέκυψε από τη συνένωση δύο γραφείων των 25 τμ το καθένα, τα οποία βρίσκονται σε ένα κτήριο, κλασικό δείγμα αρχιτεκτονικής του 1970, το οποίο απαρτίζεται κυρίως από τέτοιους μικρούς χώρους γραφείων, οι οποίοι όμως έχουν πάψει να λειτουργούν και δεν έχουν ζήτηση πια. Κατόπιν η εφαρμογή “καλών”, φυσικών και διαχρονικών υλικών μπορεί να εγγυηθεί ότι ένα έργο ανεξαρτήτως χρήσης ή εποχής θα “παλιώσει” ωραία. Για το λόγο αυτό, στο συγκεκριμένο έργο διατηρήθηκαν τα μωσαϊκά του δαπέδου και συνεχίστηκαν όπου χρειάστηκε με μάρμαρο Διονύσου, όλα τα χρωματιστά έπιπλα είναι σατινέ λάκες και το ξύλο μασίφ δρυς, ενώ όλος ο σταθερος εξοπλισμός είναι σχεδιασμένος από την ομάδα μας για το συγκεκριμένο έργο.

Για να είμαι ειλικρινής, τώρα που το σκέφτομαι, σε 10 χρόνια φαντάζομαι τον ιδιοκτήτη του έργου να μένει εκεί!

Στοιχεία Έργου
Τίτλος έργου  Pocket House
Τυπολογία  Interiors, Ανακαίνιση διαμερίσματος
Τοποθεσία  Αθήνα, Ελλάδα
Αρχιτεκτονική  STOA Studio Of Architecture
Κατασκευή  Κωστής Στεφανής
Φωτογραφία  Βαλεντίνα Βαγενά


RELATED ARTICLES